Be a doer… Δυο δικές σας ιστορίες!
Θα σας πω την ιστορία μιας φίλης μου, που στα 27 της χρόνια, έχοντας ζήσει έναν καταπληκτικό χρόνο σε κάποιο νησί των Κυκλάδων ως πρωτοδιόριστη, επιστρέφει στην πόλη καταγωγής της για να προετοιμάσει την “μεγάλη φυγή”. Λατρεύοντας τα ταξίδια, στοχεύει να αποσπαστεί σε κάποια χώρα του εξωτερικού για μια 3ετία, την οποία θα χρησιμοποιεί ως βάση για να εξερευνήσει την γύρω περιοχή. Τελειοποιεί την ξένη γλώσσα που απαιτείται και μαζεύει προσόντα που θα την φέρουν πιο κοντά στον στόχο της. Το μόνο που την ανησυχεί είναι ότι δεν έχει αποκαλύψει ακόμα στους γονείς ούτε στον σύντροφό της πως δεν θα ζητήσει να μετατεθεί σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα αλλά στη Νότιο Αφρική. Ένα μεσημέρι, επισκέπτεται τους γονείς της για να φάνε μαζί και να τους μιλήσει για τα σχέδιά της. Ανεβαίνει τα σκαλοπάτια και νιώθει τα πόδια της ασυνήθιστα βαριά, πιστεύει ότι είναι από το στρες αλλά δυστυχώς είναι το ένστικτό της. Βόμβα μεγατόνων έχει σκάσει μέσα στο σπίτι της κι έχει διαλύσει τα πάντα. Δεν θα αναλύσω το είδος του προβλήματος που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν γιατί αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο κι επειδή η φίλη μου, αν κι έχουν περάσει τόσα χρόνια, αποφεύγει να συζητά μαζί μου λεπτομέρειες, καθώς την πονάνε ακόμα. Θα σταθώ στο πως η κατάσταση αυτή επηρέασε την πορεία της και τις μετέπειτα επιλογές της.
Βέβαια για να λέμε την αλήθεια αυτό που τους βρήκε δεν ήταν ακριβώς “κεραυνός εν αιθρία”. Τα σημάδια ήταν εκεί, αλλά κάτι οι γονείς που δεν ήθελαν να δουν την αλήθεια και την έκρυβαν επιμελώς, κάτι η απουσία της φίλης μου, το τέταρτο μέλος της οικογένειάς τους βρέθηκε σε οριακή κατάσταση. Και ξεκίνησε ο Γολγοθάς τους… Για δύο ολόκληρα χρόνια πάλεψαν σαν σκυλιά χωρίς ανάπαυλα με έναν εχθρό ύπουλο και παντελώς άγνωστο. Πόνεσαν, έκλαψαν, γκρεμοτσακίστηκαν και ξαναστάθηκαν στα πόδια τους αμέτρητες φορές για να στηρίξουν τον άνθρωπό τους στη μάχη που έδινε για να καταφέρει να γίνει ο 1 στους 1000!
Όταν βγήκε από αυτό το σκοτεινό τούνελ, κατάλαβε ότι δεν ήθελε πια να φύγει αλλά να μείνει. Η ζωή της είχε δείξει ότι την περιπέτεια που αναζητούσε δεν θα την έβρισκε στην Μποτσουάνα αλλά εκεί που οι άλλοι ψάχνουν ασφάλεια και ηρεμία, στη δημιουργία της δικής της οικογένειας. Ξεκίνησε αυτό το ταξίδι αποφασισμένη να ρουφήξει την κάθε του στιγμή και προετοιμασμένη να πολεμήσει όποτε χρειαστεί. Η αφοσίωση της χάρισε δώρα που δεν είχε καν ονειρευτεί. Δεν λέω ότι έγινε η “μάνα-οσιομάρτυρας”, συνέχισε να φροντίζει τον εαυτό της (καλά, όχι πάντα) και διατήρησε, όσο μπόρεσε, συνήθειες που την που την ευχαριστούσαν. Κύριο μέλημά της ήταν να δίνει το καλό παράδειγμα στα παιδιά της, να τους διδάξει εμπράκτως τις αρχές στις οποίες πίστευε και να τα μάθει να προστατεύουν τον εαυτό τους. Σταμάτησε να βουτάει στη θάλασσα και να παίζει με τα τεράστια κύματα για να μην την αντιγράψουν, είχε ζήσει στο πετσί της τους κινδύνους που παραμονεύουν και πως μια απερισκεψία μπορείς να την πληρώσεις ακριβά. Προσπαθούσε να προετοιμαστεί για κάθε πιθανή κατάσταση που θα αντιμετωπίσει και ξέχασε αυτό που έμαθε στο σχολείο “Όσο καλά διαβασμένος κι αν είσαι, πάλι τα εκτός ύλης θα πέσουν”…Η σκέψη ότι τα έχει κάνει όλα λάθος την κατέκλυσε.
“Απολαύστε το παγωτό” σας τους έλεγε ένα απόγευμα “και μην γκρινιάζετε για το αν θα πάρετε άλλο αύριο”! Εν ολίγοις , ζήστε την στιγμή μεταφρασμένο στη δική τους γλώσσα. Και την ίδια ώρα εκείνη έτρωγε το παγωτό της, στο παγκάκι με την μαγευτική θέα και σκεφτόταν “πόσες ώρες θα πρέπει να τρέξω στον διάδρομο για να το κάψω, αν χαλάσω το διατροφικό μου πρόγραμμα έστω και μια φορά θα με πάρει η μπάλα, είμαι ασυνεπής” κ.τ.λ.
Κι εκείνη τη στιγμή είδε το λάθος της, τα αντιφατικά μηνύματα που έστελνε, τόσο ως προς τις σκέψεις της όσο και ως προς τον αληθινό της χαρακτήρα. Γιατί η ίδια, έπειτα από κάθε της στραβοπάτημα, που δεν ήταν και λίγα, σηκώθηκε όρθια, τίναξε τη σκόνη και συνέχισε, δεν είχε λόγο να φοβάται ούτε και ήθελε να μάθει τους άλλους να το κάνουν. Την επόμενη φορά που βρέθηκαν στην αγαπημένη της παραλία, σκαρφάλωσε στο πιο ψηλό σημείου του τεράστιου βράχου, αυτού που μικρό παιδί ανέβαινε με τα μάτια κλειστά, κι έκανε μια λυτρωτική βουτιά. Ύστερα πήρε τα παιδιά της απ το χέρι, τα βοήθησε να ανέβουν μέχρι το σημείο που ένιωθαν ασφαλή και τους είπε “πηδήξτε, κι αν με χρειαστείτε εγώ θα είμαι δίπλα σας να σας πιάσω’. Δεν θα πω ότι έχει άρει όλους τους παράλογους αυτοπεριορισμούς της, αλλά αν η καλή της τύχη φέρει στο δρόμο της μια καταπληκτική τιραμισού, φτιαγμένη με αυθεντικό mascarpone, με σωστή αναλογία γλυκού-πικρού, την one of a kind, θα την απολαύσει με όλες της τις αισθήσεις και χωρίς τύψεις!!!
@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@
Η ζωή είναι πολυπρόσωπη κι όλα τα πρόσωπα της δεν χαρακτηρίζονται από αγάπη και γλυκύτητα. Τύχη και ευμάρεια. Πολλοί είναι εκείνοι που γνωρίζουν την σκληρότητα και την απανθρωπιά της. Ζουν μες τη θλίψη και την ατυχία. Γεμίζει με δάκρυα τα μάτια όποιου τολμήσει να γελάσει μαζί της. Η ζωή δε χαρίζεται σε κανέναν…..
—- —– —- —- —- —- —- —- —- —- —-
Είναι μόλις 19 ετών. ΄Ομορφο, καλοσυνάτο και άβγαλτο χωριατοκόριτσο. Μεγαλωμένο με αρχές και αξίες. Πέφτει στην παγίδα του έρωτα. Παντρεύεται έναν νόστιμο νεαρό με λόγια γλυκά σα μέλι.
…..αλλά τότε ξεκίνησε και ο Γολγοθάς της……
Κάθε μέρα μέσα σε κείνο το σπίτι που μοιράζονταν με τα πεθερικά της ήταν πραγματικά ένας αγώνας να κρατήσει αλώβητη την ψυχή της!! Τα ψέματα και οι ανακρίβειες εκεί μέσα ήταν ότι για τον Χριστό η αλήθεια! Οι βρισιές και οι πικρόχολοι χαρακτηρισμοί έδιναν κι έπαιρναν. Οι υποτιμήσεις καθημερινές. Όνομα δεν είχε! ΄Ηταν η <<Βουλγάρα>>, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Και όχι, το κορίτσι μου, δεν ήταν από την Βουλγαρία. ΄Ηταν βέρα Ελληνίδα. Καταγωγή από Κιλκίς, Μακεδονία. Γιατί αυτός ο χαρακτηρισμός? Γιατί έτσι! Απλά, έτσι….
Για τον ίδιο λόγο που της χρέωναν κι ότι στραβό γινόταν μέσα σε κείνο το σπίτι! Αν είχε το φαγητό πολύ αλάτι, έφταιγε εκείνη και ας μην την άφηναν να πλησιάσει την κουζίνα ως ανοικοκύρευτη…….Αν το μωρό έκλαιγε, έφταιγε εκείνη που δεν ήταν ικανή να την ηρεμήσει……Αν ο άντρας της γυρνούσε με άλλες, έφταιγε εκείνη γιατί ήταν ψυχρή στο κρεβάτι……Αν ο άντρας της γυρνούσε τύφλα στο σπίτι τρώγοντας με διάφορες τα χρήματά τους, πάλι αυτή έφταιγε που του είχε πει ότι πληρώθηκε, πόσα πήρε κ.ο.κ. Πάντως ποτέ δεν έφταιγε ο γιος τους κι ούτε εκείνοι!
Η κακία, η απανθρωπιά, η σκληρότητα, ο εγωισμός τους μαύριζαν σε καθημερινή βάση την καρδιά και την ψυχή της νεαρής . Κάποιες από τις συμπεριφορές τους δε θα σβήσουν ποτέ από τη μνήμη της…. Να, σαν εκείνη την φορά…..Πόσο κρύο έκανε εκείνη τη μέρα!! Ο Δεκέμβρης είχε μπει με άγριες διαθέσεις. Παγετός, αέρας και χιονόνερο. Εκείνη μόλις έχει γυρίσει από τη δουλειά. Τόσο κρύο κι όμως δεν είχε χρόνο για να ξεκουραστεί , να μπει μέσα στο σπίτι και να ζεστάνει το κορμάκι της. Ο ήλιος θα κρύβονταν σε λίγο και είχε να πλύνει τις πάνες και τα ρουχαλάκια της κόρης της.( Δεν υπήρχαν τότε πάνες μιας χρήσης ούτε πλυντήρια). Δεν την αφήνουν να πλύνει μέσα στο μπάνιο. Δεν την αφήνουν να πλύνει ούτε στην άκρη του στάβλου για να μην βραχεί! Πλένει στις σκάλες του νεοαναγειρόμενου σπιτιού μπας και προφυλαχτεί από το κρύο και αυτή και το παιδί. Ναι, και το παιδί στο κρύο έξω μαζί της. Πρέπει να ανάψει το καζάνι για να βράσει το νερό. Το καταφέρνει με κόπο καθώς τα λεπτά άσπρα χεράκια της έχουν ξυλιάσει από το κρύο. Πώς φοβόταν μην τυχόν τα βρεγμένα από το χιονόνερο ξύλα αρχίζουν να καπνίζουν! Αν κάπνιζαν πάλι θα έβγαινε έξω ο πεθερός της και θα της έσβηνε την φωτιά βρίζοντας και φωνάζοντας πως θα του έβαζε φωτιά το σπίτι, η αχαΪρευτη…..δε προλαβαίνει να αποτελειώσει την σκέψη της …Να τος!!! Την στολίζει πατόκορφα και της σβήνει την φωτιά. Τα δάκρυα σκάβουν τα μάγουλά της αλλά την ξανά ανάβει, πρέπει να τελειώσει ότι άρχισε. Η φωτιά ανάβει καλά αυτή τη φορά …ευτυχώς! ….αλλά να τος ξανά!!! Εκείνη την ημέρα όσες φορές άναψε το καζάνι άλλες τόσες έσβησε…. Η κακία τους ήταν τόσο μεγάλη που δεν χόρταινε ποτέ όσο και να ταλαιπωρούνταν το κορίτσι. Ας την έτρωγε έξω το κρύο και το αγιάζι, ας είχαν γίνει τα ρούχα της μούσκεμα από το χιονόνερο, ας έκανε παγωνιά και ας είχαν τα χέρια της σχεδόν μουδιάσει από το ψύχος και τα νερά εκείνοι δεν ικανοποιούνταν με τίποτα. Ήθελαν να την ταπεινώνουν κι άλλο. Έπαιρναν ζωή από αυτό και αμέριστη χαρά. Τι άνθρωποι! Ακόμη , σαν σε όνειρο θυμάμαι τα αναφιλητά της. Και τα αναπάντητα ερωτηματικά της….<< Γιατί τόσο κακία? Γιατί πια? τί έχω κάνει τόσο κακό που να αξίζω τόση ταλαιπωρία?>>
Από την άλλη ο άντρας που παντρεύτηκε είχε μια ιδιαίτερη σχέση με το ποτό. Ήταν παθολογικός ψεύτης ,τι άλλο θα μπορούσε να ήταν …κατά μάνα κατά κύρη κι αυτός ….συν το ότι ήταν και ερωτύλος! Το έπαιζε ελεύθερος κι ωραίος. Άφαντος για την οικογένειά του. Μόνο αυτός. Μόνο για αυτόν. Το ποτό και οι γυναίκες τα ενδιαφέροντά του. Ωραίες. Άσχημες. Μικρές. Μεγάλες δεν είχε καμία σημασία. Ούτε το ένα παιδί τον συνέτισε ούτε το δεύτερο ούτε τα χρόνια που πέρασαν ωστόσο, εκείνος τον χαβά του….οτι λεφτά υπήρχαν σπίτι: στα τσιγάρα, στα ποτά και στα ξενύχτια….. Ο τύπος πάντα ερωτευμένος και πάντα η οικογένειά του αυτή που του στέκονταν εμπόδιο στα σχέδιά του.. Ποια ήταν αυτά ? Να τους ξεφορτωθεί για να ζήσει ονειρικά με την νέα αγαπημένη….
Πέρασαν πολλά χρόνια το κορίτσι πια έγινε γυναίκα μα όλα αυτά τα χρόνια δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει. Ποτέ δεν σταμάτησε να προσεύχεται. Πίστευε με όλο της το είναι στην Αγία Παρασκευή. Και ω! τι θαύμα….αγίας Παρασκευής κι ο άντρας της της άδειασε την γωνιά.(έφυγε)
Η γυναίκα αυτή ποτέ όσο και να υπέφερε δε σταμάτησε να προσπαθεί. Ποτέ δε σταμάτησε να μάχεται. Έκανε δυο δουλειές σε καθημερινή βάση και μια τρίτη δουλειά μέσα στο ΣΚ. Έφευγε από βραδινή βάρδια, πήγαινε για καθάρισμα γυρνούσε απόγευμα σχεδόν ,έτρωγε, κοιμόταν και ξαναέφευγε για το εργοστάσιο. Όσο άντεχε θα το έκανε αυτό γιατί είχε δυο παιδιά. Για να μην πεινάσουν. Γιατί είχαν αγγλικά, φροντιστήρια. Γιατί δεν ήθελε να χρωστάει πουθενά και ας υπήρχαν μέρες που δυσκολεύονταν πολύ.
Της ηρωίδας μου η ζωή δε της χαρίστηκε. Την μαστίγωσε στην πιο τρυφερή της ηλικία. Χρόνια ολόκληρα έσκυβε και δε μιλούσε. Κατάπινε και προσευχόταν. Σηκώθηκε και στηρίχτηκε στα πόδια της. Μπορεί να έφερε στα άκρα τις σωματικές της δυνάμεις αλλά δε το έβαλε κάτω. Αντίκρισε τις δυσκολίες που της έστειλε η ζωή κατάματα, πείσμωσε και βγήκε νικήτρια σε ένα δύσκολο αγώνα για τρεις.
@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@
Καληνυχτα!