Η Χώρα των Μπονγκ (part II)

Σχεδόν παμψηφεί  αποφασίσατε να πάει ο μικρός Πίου σε κανονικό σχολειό στην χωρά των Μπονγκ…. η οποία δεν διαφέρει και τόσο πολύ από την δική μας…  Εκτός του ότι όλοι είναι κατακόκκινοι.

 Όλοι εκτός από τον μικρό Πίου ο οποίος είναι μωβ……

Πάμε λοιπόν :

«Όλοι οι γονείς θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους» μονολόγησε ο Πίου καθώς στεκόταν αγουροξυπνημένος μπροστά στον καθρέφτη του…. «Τους παρέχουν, τους δίνουν φαγητό, ρούχα, καταφυγίου και ναι, Αγάπη. Οι γονείς μου με αγαπάνε. Ίσως είναι οι μόνοι. Μερικές φορές βλέπω στα μάτια τους μια μικρή αποστροφή ή ακόμα και απογοήτευση ….αλλά είμαι σίγουρος ότι με αγαπάνε. Άλλωστε είναι οι μόνοι που με ακουμπάνε… Με  στέλνουν στο σχολείο για να μορφωθώ, να μάθω πώς να κοινωνικοποιηθώ, να ξεκινήσω νέες φιλίες και να αρχίσω να χτίζω τα θεμέλια για το μέλλον μου.»

Ήταν σαν μάντρα… Κάθε πρωί, στεκόταν με την ίδια αγωνία μπροστά στον καθρέφτη, ελπίζοντας πως θα τελειώσει ο εφιάλτης… Αλλά μάταια… Κάθε πρωί αντίκριζε το ίδιο… Έναν μωβ Μπονγκ… Τότε έσκυβε το κεφάλι και επαναλάμβανε σαν προσευχή κάθε μέρα τα παραπάνω λόγια. Προσπαθούσε να πάρει κουράγιο. Δύναμη. Να βρει ένα κίνητρο να πάει άλλη μια μέρα σχολείο. Να αντέξει αυτό το βάσανο. Το έκανε μόνο για αυτούς….

Η αλήθεια είναι ότι πια είχε αρχίσει να τον ενοχλεί και αυτόν η εικόνα του στον καθρέφτη. Αρχικά κάθε φορά που έβλεπε το μωβ είδωλο του στον καθρέφτη χαμογελούσε… Του άρεσε αυτό που έβλεπε. Αλλά μετά έμαθε από όλους τους άλλους πόσο κακό είναι να είσαι μωβ. Άλλωστε όλοι οι άλλοι ήταν κατακόκκινοι… Τώρα πια κοιτάζεται κλεφτά στον καθρέφτη. Ντρέπεται για αυτό που αντικρίζει. Κάθε φορά που σηκώνει τα μάτια του, αντηχούν στα αυτιά του τα κοροϊδευτικά σχόλια των συμμαθητών του, τα γεμάτα οίκτο σχόλια των δασκάλων του…Και ταυτόχρονα τον πιάνει ρίγος γιατί έχει πάντα την αίσθηση ότι τον κυνηγούν αυτά τα τρία μεγαλόσωμα και κατακόκκινα αγόρια, με αυτά τα ξύλα στα χέρια, προσπαθώντας να τον διώξουν από το προαύλιο και τους χώρους που μαζεύονται οι μαθητές….

«Μίασμα …Ένα μωβ μίασμα…» μονολόγησε καθώς βγήκε δειλά από την πίσω πόρτα του σπιτιού του. Θα περπατούσε μέχρι το σχολειό, γιατί συνήθως τα λεωφορεία δεν σταματούσαν να τον πάρουν, όσο κι αν περίμενε στην στάση. Κι αν ακόμα κάποιο τύχαινε να σταματήσει, ο κόσμος διαμαρτυρόταν και κάθε φορά αναγκαζόταν να κατέβει στην επόμενη στάση…

Δεν το ομολόγησε ποτέ μέχρι εκείνη την στιγμή στους δικούς του, καθώς ο πατέρας του έφευγε για την δουλεία του πιο νωρίς το πρωί και η μητέρα του δεν είχε όχημα να τον μεταφέρει… Οπότε καλύτερα με τα πόδια…

 Ο στόχος του πια ήταν να αποσύρετε  και  να απομονώνεται όσο μπορούσε…

Το αγαπημένο φαγητό των Μπογκ ήταν οι φράουλες. Μικροί, μεγάλοι λάτρευαν τις φράουλες. Ήταν το πρωινό τους, το γεύμα τους και το δείπνο τους… Οι φράουλες ήταν τα πάντα. Οι φράουλες ήταν για τους Μπονγκ ότι οι μπανάνες για τα Μινιόν.

Κάθε πρωί στην πόρτα του σχολείου, τους μαθητές τους υποδεχόταν μια σχετικά ευτραφής και χαμογελαστή κυρία, η κ. Λι. Η κ.Λι κρατούσε στα χέρια της πολλά καλαθάκια γεμάτα φράουλες, τα οποία μοίραζε στους μικρούς μαθητές, σαν μια μορφή καλωσορίσματος.

 Όποτε η κ.Λι έβλεπε τον Πίου να πλησιάζει από μακριά, έκρυβε σε μια γωνία πίσω από τον τοίχο της μάντρας του σχολείου, ένα καλαθάκι γεμάτο φράουλες. Το καλαθάκι αυτό προοριζόταν για τον Πίου, ο οποίος πάντα έμπαινε στον προαύλιο χώρο τελευταίος.

Ακόμα και αυτή η ευγενική χειρονομία τον στεναχωρούσε. Αποτελούσε μια διαρκή υπενθύμιση της διαφορετικότητας του. Και η συνεχής  διαχείριση της  διαφορετικότητας του είχε εξελιχτεί σε μια διαδικασία που τον εξαντλούσε. Το να είσαι μωβ σε ένα κόσμο κόκκινων ήταν εξουθενωτικό. Αλλά δεν μπορούσε να μην πάει να σηκώσει το καλαθάκι. Θα ήταν σαν να προσβάλλει την κ.Λι και η αλήθεια είναι ότι οι φίλοι δεν του περίσσευαν εκείνο το διάστημα…

Καθώς έκανε τα πρώτα του βήματα στην αυλή του σχολείου, γύρισε το κεφάλι του εκεί που ήξερε ότι τον περιμένει το καλάθι με τις φράουλες. Και τότε τους είδε. Είχαν φτάσει εκεί πριν από αυτόν. Είχαν ανακαλύψει την κρυψώνα και τώρα τον περίμεναν…

Μόλις συναντήθηκαν τα μάτια τους, κλώτσησαν και αναποδογύρισαν το καλάθι με τις φράουλες και άρχισαν να χοροπηδάνε πάνω τους, λιώνοντας τες. Ταυτόχρονα έσφιξαν τις γροθιές τους και κρατώντας από ένα μακρύ κομμάτι ξύλου, κινήθηκαν εναντίον του σοκαρισμένου και παγωμένου από τον τρόμο Πίου….

@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@@

Επιλογες:

Α.Ο Πίου αντιστέκεται και παλεύει με τα άλλα αγόρια.

Β.Ο Πίου  φεύγει μακριά από τα αγόρια που τον κυνηγάνε και βρίσκει καταφύγιο στην τάξη του.

Γ. Ο Πίου  φεύγει μακριά από τα αγόρια που τον κυνηγάνε και αποφασίζει να φύγει από το σχολειό.

Δ. Κάτι άλλο σχετικό  που βρίσκετε σαν επιλογή.

Καληνύχτα!

Nightcallers.gr

manos

Σκέψεις, ερωτήσεις,αγωνίες ,προσωπικές αναζητήσεις την ώρα που όλα τα σημαντικά δείχνουν να κάνουν παύση.... Θέλουμε να ελπίζουμε πως μέσα από τις δικές μας θεωρήσεις ,θα βρείτε και εσείς αφορμές και απαντήσεις στα διλήμματα του προσωπικού σας μονοπατιού.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

2 Απαντήσεις

  1. Ο/Η Στέλλα Γρηγοριάδου λέει:

    Είναι καιρός να αντισταθεί …για πόσο ακόμη θα κάνει το σάκο του μποξ; Τι τους έχει φταίξει επιτέλους;; Για ποιο λόγο να μην μπορεί να φάει και αυτός με την ησυχία του τις φραουλίτσες που κερνάει η κα.Λι; Ίσως μέσα από αυτή τη μάχη καταφέρει να τους δείξει την κατάφορη αδικία,ότι δεν διαφέρει από αυτούς,ότι κι αυτός ματώνει τελικά…..

  2. Ο/Η C λέει:

    Είναι τρεις και κρατάνε ξύλα, η μάχη είναι άνιση ας κρυφτεί στην τάξη προς το παρον

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *